хворый - translation to γαλλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

хворый - translation to γαλλικά


хворый      
разг.
maladif; souffreteux, valétudinaire
valétudinaire      
{ adj }, { subst }
болезненный [болезненная], хворый [хворая], хилый [хилая]
valétudinaire      
болезненный, хворый, хилый;
болезненный человек

Ορισμός

хворый
ХВ'ОРЫЙ, хворая, хворое; хвор, хвора, хворо (·прост. ). Больной, болезненный.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για хворый
1. Майкл Мур (США) "Сико", надо полагать, от sick - хворый.
2. А если не пьешь, значит, ты хворый какой или подлюка.
3. Среди больных был один жизнерадостный мужчина огромного роста, широкоплечий, всегда улыбчивый, но очень хворый.
4. Вот и получается: мечтал служить Родине, а больной и хворый стал не нужен.
5. Грязь была по колено, кочки по щиколотку, дерн слабый и стебель хворый.